Η κυκλοφορία της «Ιθάκης» του Αλέξη Τσίπρα, έδωσε αφορμή ώστε διάφοροι να αναπαράγουν την πολιτική μυθολογία τους
Θα περίμενε κανείς ότι η κυκλοφορία του πιο πολυσυζητημένου βιβλίου της χρονιάς για την πιο κρίσιμη και δύσκολη περίοδο της σύγχρονης ιστορίας θα αντιμετωπιζόταν, την πρώτη μέρα τουλάχιστον, με πιο σοβαρό τρόπο. Ωστόσο, για το πολιτικό βιβλίο του Αλέξη Τσίπρα τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης επέλεξαν έναν τρόπο παρουσίασης που προσομοίαζε περισσότερο σε κουτσομπολίστικη στήλη σε «πρωϊνάδικο» παρά σε πολιτική ανάλυση. Με λίγες εξαιρέσεις μέσων που ασχολήθηκαν με το πώς αποτιμά ο Τσίπρας τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, τις επιλογές του σε πρόσωπα και στρατηγικές και τη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς ή με τις γεωπολιτικές τοποθετήσεις του, τα περισσότερα μέσα επικεντρώθηκαν στο τι είπε για πρώην πολιτικούς συνεργάτες και αντιπάλους. Σημάδι και αυτό των καιρών και της κρίσης που αγγίζει και την ενημέρωση και την πολιτική.
Στη θυσία αυτή στο βωμό της επιφανειακότητας μετείχε ακόμη και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης που το μόνο που είχε να πει είναι τσιτάτα του τύπου «όπως θα’ λεγε και ο Μαρξ η ιστορία επαναλαμβάνεται την πρώτη φορά σαν τραγωδία και τη δεύτερη φορά σαν φάρσα» και ότι «δεν υπάρχει μια συγγνώμη σε πάνω από 700 σελίδες», προσπερνώντας ότι και σαφή αυτοκριτική έχει το βιβλίο σε διάφορα σημεία και ανάληψη ευθύνης – με ένα ειλικρινές και οδυνηρό «φταίγαμε» και «αποτύχαμε» για το Μάτι -, αλλά και ξεχνώντας ότι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη για τα Τέμπη ακόμη παραπέμπει στις… διαχρονικές αδυναμίες του ελληνικού κράτους, ενώ για τις υποκλοπές ουδέποτε ανέλαβε ευθύνη. Επανέλαβε δε ο Παύλος Μαρινάκης το αφήγημα περί του «καταστροφικού 2015».
Όμως, η αξία του βιβλίου του Τσίπρα είναι ακριβώς ότι γκρεμίζει μύθους που ακόμη και σήμερα αναπαράγονται.
Μύθος πρώτος: Ο Αλέξης Τσίπρας και οι σύντροφοί του δεν θα έπρεπε ποτέ να είχαν κυβερνήσει γιατί κατά βάθος ήταν μια παρέα ανεύθυνων αριστερών, που δεν γνώριζαν τι σημαίνει κυβέρνηση, είχαν κρυφή ατζέντα επιστροφής στη δραχμή και όταν βρέθηκαν στην εξουσία απλώς έκαναν τα πράγματα χειρότερα.
Αλήθεια: Το βιβλίο καταρρίπτει το μύθο περί εξόδου από το ευρώ, αφού καθιστά απολύτως σαφές ότι ουδέποτε ο Τσίπρας σκεφτόταν οποιαδήποτε λύση εκτός Ευρώπης και ευρώ, ήδη από το 2012 το είχε ξεκαθαρίσει. Ως προς το εάν μπορούσαν να κυβερνήσουν, σίγουρα δεν ήταν άνθρωποι από κόμμα εξουσίας. Όμως, μπόρεσαν να αντέξουν την πίεση, να κάνουν και να ολοκληρώσουν μια σκληρή διαπραγμάτευση, να υλοποιήσουν ένα μνημόνιο, να πάρουν κάποια μέτρα με κοινωνικό πρόσημο, να χειριστούν τη μεγαλύτερη προσφυγική κρίση στη μεταπολεμική Ευρώπη, να βγάλουν τη χώρα από τη μέγγενη των μνημονίων και της επιτροπείας και να κλείσουν την Συμφωνία των Πρεσπών. Η σύγκριση του έργου αυτού με το τι έκαναν όσοι ανήκαν στα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας οδηγεί σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα, όχι κολακευτικά για τους επαγγελματίες πολιτικούς και τα πολιτικά τζάκια.
Μύθος δεύτερος: η «προδοσία» και η «κωλοτούμπα».
Αλήθεια: Το βιβλίο κάνει σαφές ότι ο Τσίπρας επέλεξε να κάνει δημοψήφισμα γιατί είχε φτάσει σε αδιέξοδο η διαπραγμάτευση και ήθελε να υπάρξει δημοκρατική έκφραση της κοινωνίας. Αφενός γιατί αισθανόταν ότι δεν είχε το δικαίωμα να υπογράψει μια οικονομικά και κοινωνικά μη βιώσιμη και ατελέσφορη συμφωνία, δεδομένης της λαϊκής εντολής που είχε πάρει λίγους μήνες πριν, και αφετέρου για να καταλάβουν και οι δανειστές τι ζητά η ελληνική κοινωνία. Δεν ήταν δημοψήφισμα για την παραμονή στο ευρώ, ούτε για την έξοδο από την ΕΕ. Ήταν δημοψήφισμα για την αποδοχή ή όχι μια απαράδεκτης πρότασης συμφωνίας και εμμέσως εξουσιοδότηση για διαπραγμάτευση για καλύτερη συμφωνία. Σε μια χώρα με άδεια ταμεία -γιατί ήδη από το καλοκαίρι του 2014 είχε σταματήσει η χρηματοδότηση- με κλειστές τράπεζες και πρωταθλητές του πολιτικού κυνισμού στην ΕΕ και στο ΔΝΤ να θέλουν να τιμωρήσουν μια χώρα επειδή τόλμησε να υψώσει ανάστημα. Και αυτό ακριβώς έγινε βάσει όσων αναλυτικά περιγράφει ο Τσίπρας: σκληρή διαπραγμάτευση, με άνισους όρους και καθόλου ευνοϊκούς συσχετισμούς δυνάμεων, και τελικά μια συμφωνία που σαφώς είχε προβλήματα και επαχθείς όρους, αλλά εξασφάλιζε χρηματοδότηση, ρύθμιση του χρέους και ημερομηνία λήξης για τα μνημόνια. Η συζήτηση για το εάν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερο αποτέλεσμα είναι θεμιτή αρκεί να λαμβάνονται υπόψη τα πραγματικά δεδομένα. Όχι στη βάση της φαντασίωσης μιας «εξόδου» για την οποία καμιά προεργασία δεν υπήρξε, ούτε βεβαίως με την κουτοπόνηρη τοποθέτηση ότι «είχαμε σχεδόν βγει από τα μνημόνια», γιατί είναι σαφές ότι το 2014 η χώρα σε κάθε περίπτωση είχε μπροστά της νέο μνημόνιο. Η εκταμίευση της δόσης είχε κολλήσει, η αξιολόγηση «δεν έκλεινε», η τρόικα έθετε νέα σκληρά προαπαιτούμενα ζητώντας επιπλέον μέτρα λιτότητας και άμεση ολοκλήρωση των συμφωνηθέντων «μεταρρυθμίσεων» που δεν είχαν υλοποιηθεί.
Μύθος τρίτος: τα 100 δισεκατομμύρια που μας κόστισε ο Τσίπρας.
Αλήθεια: Το βιβλίο εξηγεί ότι αυτό το ποσό είναι κατά βάση ένας μπακάλικος υπολογισμός με αφετηρία τα 86 δισεκατομμύρια που ήταν η δανειακή σύμβαση του τρίτου Μνημονίου. Η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική. Η χώρα ήδη από το 2014 δεν είχε χρηματοδότηση. Για να λειτουργήσει το κράτος και για να αποπληρωθεί το χρέος υπήρχαν μεγάλες χρηματοδοτικές ανάγκες. Η Ελλάδα δεν μπορούσε να δανειστεί από τις αγορές. Άρα χρειαζόταν να τα πάρει από τους επίσημους πιστωτές. Και αυτό έγινε, σε συνδυασμό με αναδιάρθρωση του χρέους, με αποτέλεσμα η χώρα να βγει από τα μνημόνια το 2018 και να έχει και «χρηματοδοτικό μαξιλάρι» που κατά βάση το αξιοποίησε η επόμενη κυβέρνηση. Και αυτό ήταν προτιμότερο από την εναλλακτική λύση της ενισχυμένης προληπτικής πιστοληπτικής γραμμής που ήταν ουσιαστικά ένα «μνημόνιο διαρκείας».
Μύθος τέταρτος: ο Τσίπρας «έριξε τη χώρα στα βράχια», τον οποίο επανέλαβε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Αλήθεια: Η χώρα τον Ιανουάριο του 2015 με μία έννοια ήταν ήδη στα βράχια. Τα ταμεία ήταν άδεια, το χρέος δεν ήταν βιώσιμο, συμφωνία με τους δανειστές δεν υπήρχε. Ο Τσίπρας ανέλαβε τη διακυβέρνηση ακριβώς για να βγάλει τη χώρα από τα βράχια: να πετύχει καλύτερη συμφωνία, να αποτρέψει την πλήρη κοινωνική καταστροφή και να διαμορφώσει ένα διάδρομο εξόδου από την επιτροπεία. Και ως ένα βαθμό το κατάφερε παρά τις τεράστιες δυσκολίες και τους διαρκείς εκβιασμούς από τους δανειστές, που όπως εξηγεί αναλυτικά περιλάμβαναν από τη μια τον Σόιμπλε και από την άλλη τον Τόμσεν του ΔΝΤ που ήθελαν να «τιμωρήσουν» την Ελλάδα και να την πετάξουν έξω από το ευρώ. Είχαν κόστος οι πολιτικές που εφάρμοσε η κυβέρνηση του Τσίπρα; Είχαν και το παραδέχεται, όπως παραδέχεται και λάθη που έγιναν κυρίως απέναντι στη μεσαία τάξη. Η αναγνώριση λαθών και αδυναμιών σαφώς δεν μειώνει την ευθύνη, ούτε εξαλείφει τις επιπτώσεις, αλλά δείχνει γενναιότητα και μια αίσθηση υποχρέωσης λογοδοσίας σε όσους τον πίστεψαν και τον εμπιστεύτηκαν, πράγματα δυστυχώς δυσεύρετα στο σημερινό πολιτικό σκηνικό των αλάνθαστων «ηγεμόνων».
Πάντως, στο τέλος του δρόμου η χώρα βρέθηκε εκτός μνημονίων, με χρηματοδοτικό μαξιλάρι, με μειωμένη ανεργία, κάποια δικαιώματα των εργαζομένων αποκατεστημένα, τον κατώτατο μισθό αυξημένο και ένα «εθνικό ζήτημα» που ταλάνισε τη χώρα και που οι προηγούμενες κυβερνήσεις το αντιμετώπιζαν ως καυτή πατάτα, επιλυμένο. Αυτά είναι τα «βράχια» στα οποία αναφέρεται ο Παύλος Μαρινάκης…
Μύθος πέμπτος: ο Τσίπρας αρνείται να αναλάβει τις δικές του ευθύνες και τα φορτώνει στους συνεργάτες του.
Αλήθεια: Εάν κάτι χαρακτηρίζει το βιβλίο είναι ότι ο Τσίπρας αναλαμβάνει την πλήρη ευθύνη για αυτή τη διαδρομή. Ακόμη και για επιλογές για τις οποίες μετανιώνει, όπως π.χ. την τοποθέτηση του Γιάνη Βαρουφάκη, εξηγεί γιατί την έκανε και πότε κατάλαβε ότι ήταν λάθος και την αναφέρει ως δικό του λάθος, δεν φορτώνει σε άλλους την ευθύνη. Και εκεί που ασκεί κριτική, δεν το κάνει για να απαλλαγεί από τη δική του ευθύνη. Κάνει κριτική στον Τσακαλώτο και άλλους υπουργούς για τη στάση τους μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, ιδίως όταν επέλεξαν μια γραμμή αναδίπλωσης και δεν κατανόησαν την ανάγκη για ένα άνοιγμα και μετασχηματισμό σε ένα πιο πλατύ σχήμα, αλλά δεν απαξιώνει τη δουλειά του όταν ήταν υπουργός. Από την άλλη, παρουσιάζει και μια εικόνα ότι από ένα σημείο και μετά στον ΣΥΡΙΖΑ πρυτάνευαν οι στρατηγικές των συνιστωσών συχνά και οι προσωπικές στρατηγικές και όχι η ευθύνη απέναντι στην ανάγκη να υπάρξει μαζική προοδευτική παράταξη στη χώρα, όπως φάνηκε από τις εκλογές του 2023 και μετά. Είναι σκληρός ο Αλέξης Τσίπρας απέναντι σε συντρόφους του που θεωρεί ότι δεν στάθηκαν ή δεν στέκονται στο ύψος των περιστάσεων; Είναι, αλλά πολιτικό κανιβαλισμό δεν κάνει για κανέναν.
Μύθος έκτος: ο Τσίπρας θέλει να επιστρέψει στην πολιτική για να κάνει τα ίδια και χειρότερα.
Αλήθεια: Το βιβλίο δείχνει ότι ο Τσίπρας από τη διαδρομή αυτή έμαθε και έβγαλε πολύτιμα συμπεράσματα. Δεν είναι πια ο ίδιος άνθρωπος, χωρίς να έχει αλλάξει ως προς τον βασικό του αξιακό προσανατολισμό. Αυτό που προσπαθεί να στοχαστεί είναι τι σημαίνει σήμερα μια πολιτική που να μειώνει τις κοινωνικές ανισότητες και να απελευθερώνει δυνάμεις, να δημιουργεί ευκαιρίες και προοπτικές ώστε να μην μιλάμε για «κοινωνία μειωμένων προσδοκιών». Και το κάνει πηγαίνοντας στην ουσία και όχι στη μορφή ή την «πολιτική γεωμετρία», θέτοντας τα πραγματικά ερωτήματα από τα οποία οφείλει να ξεκινήσει οποιαδήποτε συζήτηση για μια εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης σήμερα.
Το βιβλίο του Τσίπρα πρέπει να διαβαστεί. Ακόμη και εάν είναι κανείς να διαφωνήσει μαζί του. Να διαβαστεί όμως χωρίς παραμορφωτικά γυαλιά, να κριθεί για όσα πραγματικά λέει, και όχι για αυτά που ο καθένας έχει στο μυαλό του ότι θα λέει (ή θα τον βόλευε να ακούσει). Να κριθεί με βάση τα γεγονότα και όχι τις ιδεοληψίες. Και να αντιμετωπιστεί ως συνεισφορά σε μια συζήτηση που τελικά δεν αφορά τους λογαριασμούς του παρελθόντος, αλλά τις προκλήσεις του μέλλοντος.
Ο Αλέξης Τσίπρας βρέθηκε στους διαδρόμους της εξουσίας, χωρίς να έχει γεννηθεί σε αυτούς. Στρατεύτηκε στην πολιτική με αφετηρία ιδανικά και όχι για να διαχειριστεί κάποιο οικογενειακό κληρονομικό δικαίωμα στη διακυβέρνηση. Αντιμετώπισε μεγάλες προκλήσεις, έπεσε, σηκώθηκε, αναμετρήθηκε, είχε νίκες αλλά και ήττες. Για όλα αυτά κρίνεται και ο καθένας μπορεί να έχει τη γνώμη του. Μπορεί να άλλαξε, πιθανώς να φθάρηκε, αλλά δεν μεταλλάχθηκε από την τριβή με την εξουσία. Σε μια εποχή που ο κυνισμός θεωρείται υπέρτατο προσόν, αυτός διατήρησε το δικό του βλέμμα, την ανθρωπιά και τη δική του αγωνία να γίνει κάπως καλύτερος ένας κόσμος που παραμένει βάρβαρος.
«Όταν συνειδητοποίησα ότι δεν μπορώ να αλλάξω το σύστημα,
άρχισα να αγωνίζομαι να μην με αλλάξει αυτό.
Αγωνίζομαι να μείνω άνθρωπος.
Και αυτό είναι η κορυφαία πολιτική μάχη.
Να μπορείς να αποφύγεις τη βαρβαρότητα αυτής της εποχής.
Να μπορείς να παραμείνεις άνθρωπος με τρυφερότητα.
Με το δικό σου βλέμμα.»
Χρόνης Μίσσιος
Πηγή: in.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αγαπητοί αναγνώστες,
Εκτιμούμε ιδιαίτερα τις απόψεις και τις σκέψεις σας. Σας ενθαρρύνουμε να συμμετέχετε ενεργά στις συζητήσεις, με σχόλια που προάγουν την καλοπροαίρετη ανταλλαγή απόψεων.
Για τη διασφάλιση ενός πολιτισμένου και φιλικού περιβάλλοντος, παρακαλούμε να αποφύγετε σχόλια που περιέχουν:
Υβριστικό ή ρατσιστικό περιεχόμενο.
Προσωπικές επιθέσεις ή μειωτικούς χαρακτηρισμούς.
Περιεχόμενο που παραβιάζει τη δεοντολογία ή τους κανόνες ευγένειας.
Η συντακτική ομάδα διατηρεί το δικαίωμα να διαγράφει σχόλια που δεν συμμορφώνονται με τους παραπάνω κανόνες, χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση.
Ευχαριστούμε για την κατανόηση και τη συνεργασία σας!
Aridaia-gegonota.blogspot.com